- συμπέρασμα
- conclusion
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
συμπέρασμα — finishing neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπέρασμα — το, ΝΜΑ [συμπεραίνω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού συμπεραίνω, η κατά αναγκαίο τρόπο συναγόμενη από δύο προκείμενες προτάσεις κρίση (α. «το συμπέρασμα συνάγεται εύκολα» β. «τὸν αὐτὸν τρόπον δειχθήσεται διὰ τῆς ἀντιστροφῆς, ὅτι τὸ συμπέρασμα… … Dictionary of Greek
συμπέρασμα — το κρίση που συνάγεται λογικά από άλλες: Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι είναι δυνατή η θεραπεία αυτής της αρρώστιας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
συμπερασμάτων — συμπέρασμα finishing neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεράσμασι — συμπέρασμα finishing neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεράσμασιν — συμπέρασμα finishing neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεράσματα — συμπέρασμα finishing neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεράσματι — συμπέρασμα finishing neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεράσματος — συμπέρασμα finishing neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμός — Σύμφωνα με τον ορισμό που πρώτος έδωσε ο Αριστοτέλης, σ. είναι ένας τρόπος σκέψης, όπου, αφού τεθούν δύο προτάσεις, ακολουθεί ένα συμπέρασμα διαφορετικό από τις προτάσεις και αναγκαίο. Τόσο οι προτάσεις όσο και το συμπέρασμα αποτελούνται από… … Dictionary of Greek
κοσμικές ακτίνες — Σωματιδιακή ακτινοβολία που προέρχεται από τους κοσμικούς χώρους και καταλήγει σταθερά πάνω στην επιφάνεια της Γης. Τα ατομικά ή υποατομικά σωματίδια που αποτελούν τις κ.α. διαθέτουν πολύ υψηλές ενέργειες. Ενδεικτικό είναι ότι τα πρωτόνια,… … Dictionary of Greek